07/01/2020
To σπουδαίο και ανατρεπτικό έργο του Λέοντος Τολστόι «Η Ανάσταση», παρουσιάζει η Πολιτεία Θεάτρου, σε μεταφορά για το θέατρο και σκηνοθεσία της Μαρίας Μπαλτατζή από το Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2020 και κάθε Σάββατο.
Σύντομη περιγραφή
Η πλοκή περιστρέφεται γύρω από δύο κύριους χαρακτήρες. Έναν γυναικείο, της Κατιούσας (Αικατερίνη Μάσλοβα), μιας ιερόδουλης και του πρίγκιπα Ντμίτρι Ιβάνοβιτς Νεχλιούντωφ. Βρισκόμαστε στη Ρωσία, στα τέλη του 19ου αιώνα. Η Κατερίνα Μάσλοβα, μια φτωχή, ταλαιπωρημένη κοπέλα που κατέληξε πόρνη οδηγείται από την φυλακή στο δικαστήριο, με την κατηγορία της κλοπής και της δολοφονίας ενός εμπόρου σε κάποιον οίκο ανοχής. Στη δίκη της παρίσταται ως ένορκος, χωρίς να γνωρίζει ότι κατηγορουμένη είναι η Μάσλοβα, ο πρίγκιπας Νεχλιούντωφ, ένας τυπικός εκπρόσωπος της ρωσικής αριστοκρατίας, με τον πριγκιπικό του τίτλο και με τις νωθρές επιθυμίες της τάξης του. Η σχέση του πρίγκιπα με την κατηγορούμενη Κατερίνα ξεκινάει μερικά χρόνια πριν, τότε που ο νεαρός Ντμίτρι την είχε ερωτευτεί όταν εκείνη ζούσε ως καμαριέρα μαζί με τις θείες του στο καλοκαιρινό του κτήμα. Έχοντας τότε την ανώριμη γνώμη της νεότητάς του πως «η γυναίκα είναι ένα από τα καλύτερα μέσα απόλαυσης», ο Νεχλιούντωφ αποπλάνησε την άμαθη κοπέλα, την άφησε έγκυο στο παιδί τους Μίτιενκα και αρνούμενος οποιαδήποτε ηθική ευθύνη, την εγκατέλειψε στην τύχη της. Η Κατερίνα καταδικάζεται άδικα, σε τέσσερα χρόνια καταναγκαστικά έργα στη Σιβηρία. Από εκείνη τη στιγμή ξεκινάει η «Ανάσταση» του πρίγκιπα Νεχλιούντοφ. Μια τεράστια αλλαγή συντελείται μέσα του. Νιώθει υπεύθυνος για όσα συνέβησαν στην Κατιούσα και κατατρεγμένος από τύψεις, αρνείται να ζήσει μια ζωή ανέφελη μαζί με την αριστοκράτισσα μνηστή του. Επιλέγει έναν νέο τρόπο ζωής προκειμένου να εξιλεωθεί για τα σφάλματα της μέχρι τότε ζωής του και να εξαγνισθεί από το παλιό αμάρτημά του εις βάρος της Κατερίνας, θύμα του νεανικού εγωισμού και χυδαιότητάς του. Την ακολουθεί στο μακρύ ταξίδι από τις φυλακές στα κάτεργα της Σιβηρίας, βοηθώντας την ίδια και τους συγκρατούμενούς της με κάθε τρόπο. Η μετάνοιά του αποκτά κοινωνικά χαρακτηριστικά, αφού γίνεται κριτής των κακώς κειμένων της ρωσικής κοινωνίας της εποχής του και των σάπιων θεσμών που εξευτελίζουν τον άνθρωπο. Φορέας αυτής της «Ανάστασης» η συναναστροφή του με ανθρώπους, καταστάσεις και ιδέες τις οποίες γνώρισε από κοντά, συμμετέχοντας στα πάθη των κατατρεγμένων συνανθρώπων του και ανακαλύπτοντας το νόημα της ύπαρξης μέσα από τις ευαγγελικές διδαχές. Ο «λαός αργοσβήνει» ομολογεί ο Νεχλιούντωφ και αυτή η παραδοχή γίνεται φορτίο δυσβάσταχτα για τον ήρωα, που κάποτε το θωρούσε αναπόφευκτο στοιχεία της καθημερινότητάς του, τότε που μετατράπηκε, χωρίς να το καταλάβει, σ’ έναν διεφθαρμένο εγωιστή. Επιθυμεί να πουλήσει τα υπάρχοντά του, να πάψει να είναι γαιοκτήμονας που εκμεταλλεύεται τους φτωχούς χωρικούς. Αλλά στην προσπάθειά του αυτή συναντά το παράδοξο οι κινήσεις του αυτές να κρίνονται με επιφύλαξη από τους μουζίκους που δεν πιστεύουν, δεν είναι δυνατό να πιστέψουν, πως κάποιος τόσο πλούσιος εγκαταλείπει την ατομική ιδιοκτησία της γης του. Αυτό το γεγονός αλλά και η επιφύλαξη, αν όχι εχθρότητα, που συναντά από την Κατιούσα στην επιθυμία του να την παντρευτεί προκειμένου να επανορθώσει, αποδεικνύουν πως η μετάνοια ως κοινωνικό γεγονός είναι εξαιρετικά δύσκολο κατόρθωμα. Θα συναντηθεί επίσης με πλήθος ανθρώπων της καθεστηκυίας τάξης. Δεσμοφύλακες, κρατικούς λειτουργούς, διευθυντές υπουργείων που αντί για το κάτεργο διορίζονται κυβερνήτες στη Σιβηρία-η διαφθορά είναι φαινόμενο διαχρονικό-ολόκληρο το θεσμικό κατεστημένο της εποχής του. Όλοι τους είναι υπηρέτες ενός συστήματος που καταπιέζει τον συνάνθρωπο τους διότι απουσιάζει η αγάπη. Κριτήριο και νόμος αυτού του συστήματος είναι ο φόβος και η εξουσία, ενώ η αγάπη και η συμπόνια έχουν εκλείψει, «…όλα προέρχονται από το γεγονός ότι οι άνθρωποι αυτοί αναγνωρίζουν σα νόμο κείνο που δεν είναι νόμος, και δεν αναγνωρίζουν σα νόμο κείνο που είναι ο αιώνιος, ο αμετάβλητος, ανεξάλειπτος νόμος, γραμμένος από τον ίδιο τον Θεό στις καρδιές των ανθρώπων».
Τολστόι Και «Ανάσταση»
Το 1899 ο Τολστόι γράφει το τελευταίο από τα μεγάλα λογοτεχνικά έργα του, την Ανάσταση. Ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας που μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και ξεπέρασε στην εποχή του σε πωλήσεις ακόμη και τα Πόλεμος Και Ειρήνη και Άννα Καρένινα. Ένα έργο κλασικό, διαχρονικό και πάντα επίκαιρο. Υπήρξε το δημοφιλέστερο και ταυτοχρόνως το πιο ανατρεπτικό μυθιστόρημα του Τολστόι. Από πολλές απόψεις είναι το πιο επαναστατικό έργο του Τολστόι αφού περιέχει μέσα του όλα τα σπέρματα των θεμάτων και τις ιδέες που έθρεψαν το ρωσικό επαναστατικό ρεαλισμό. Η υπόθεση βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Χαρακτηρίζεται δε από την εξαιρετικά σφιχτοδεμένη δομή του. Καθώς δεν υπάρχουν παρεκβάσεις και παράλληλες δράσεις, αυτό είναι το συμπαγέστερο από όλα τα έργα του Τολστόι. Άλλα μεγάλα προσόντα του είναι η πειστική απεικόνιση των ψυχολογικών καταστάσεων, η πειστικότητα της περιγραφής και η αφηγηματική αρτιότητα. Γι’ αυτό του το έργο τον αφόρισε η Εκκλησία το 1901!!!
Ο Τολστόι άρχισε να γράφει την Ανάσταση έναν χρόνο μετά τη διατύπωση της θεωρίας του περί «παθητικής αντίστασης» ή πιο σωστά «μη αντίστασης», που ενέπνευσε αργότερα τον Γκάντι και τον Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ.
Ωστόσο, είναι ένα έργο γεμάτο πάθος και οργή. Εδώ ο Τολστόι φανερώνεται πύρινος, αμείλικτος. Η οξύτητα με την οποία περιγράφει την αθλιότητα των φυλακών, την υποκρισία του δικαστικού συστήματος, την απόλυτη σύμπλευση της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τον τσαρικό απολυταρχισμό είναι πρωτοφανής σε σύγκριση με την υπόλοιπη λογοτεχνική παραγωγή στη Ρωσία του 19ου αιώνα.
Πρόκειται ουσιαστικά για μια αυτοβιογραφία της προσωπικότητας και των ιδεών του συγγραφέα στην προχωρημένη πια ηλικία που έγραψε αυτό το αθάνατο αριστούργημα. Μια εποχή όπου είχε συντελεστεί ήδη και καθ’ ολοκληρία η μεγάλη μεταστροφή στην προσωπικότητα του ίδιου, με την πλήρη αναθεώρηση της σχέσης του με το κράτος και την Εκκλησία.
Ο αριστοκρατικός και αδηφάγος Λέων της νιότης, είχε παραχωρήσει πλέον τη θέση του σε έναν «αναρχικό χριστιανό», όπως πολύ σωστά του έχει αποδοθεί ο χαρακτηρισμός. Ο Τολστόι είχε χρησιμοποιήσει και σε παλαιότερα αφηγήματά του το ψευδώνυμο Νεχλιούντωφ, παρουσιάζοντας έτσι κάποιες δικές του πλευρές. Η επανάληψή του τώρα στο έργο των γηρατειών του αποκαθιστά ένα είδος συμβολικού δεσμού ανάμεσα στην πρώτη και στην τελευταία περίοδο της ζωής του. Στην Ανάσταση, το επικό αυτό μυθιστόρημα, αν και λιγότερο γνωστό από το Πόλεμος Και Ειρήνη και Άννα Καρένινα, εκδηλώνεται πλήρως η μεγαλοφυΐα του Τολστόι. Κι αυτό γιατί κλείνει μέσα του όλη τη σοφία και την κοσμοθεωρία του μεγάλου συγγραφέα, εκφράζοντας τους στοχασμούς, τις πνευματικές ανησυχίες, τις κοινωνικές και πολιτικές του πεποιθήσεις. Κατά συνέπεια, είναι από πολλές απόψεις το εκπληκτικά ακριβές πορτρέτο της πνευματικής οντότητας του Τολστόι. Παρέχει πλούσιο και αξιόπιστο υλικό σε όσους θα ήθελαν να γνωρίσουν τον απέραντα ηθικό, κοινωνικό και θρησκευτικό αγώνα ενός από τους μεγαλύτερους στοχαστές του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα. Το απαύγασμα των σκέψεων και των βιωμάτων του συγγραφέα είναι συγκεντρωμένο στις 632 σελίδες αυτού του βιβλίου, γεμάτες από συγκλονιστικούς χαρακτήρες, γραμμένες χωρίς περιττούς λυρισμούς, οι οποίες ξεδιπλώνουν τόσο την ηθική μετάπλαση του ήρωα, όσο και τη σαθρά δομημένη τσαρική κοινωνία. Περιγράφει τη Ρωσία στο λυκόφως του 19ου αιώνα, μια κοινωνία σε έντονη κρίση και παρακμή και δεν διστάζει να κατακρίνει το τσαρικό καθεστώς και όλες τις δομές που το στηρίζουν. Πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια, δικαιοσύνη, σωφρονιστικούς και κατασταλτικούς μηχανισμούς εν γένει. Φωτογραφίζει με μοναδικό τρόπο τους θεσμούς που μοιραία υπακούουν στις ατέλειες των ανθρώπων που τους υπηρετούν και τις κοινωνικές σχέσεις που στηρίζονται στην αδικία και στην εκμετάλλευση. Καταδικάζει την κυβερνητική βία, την αδικία των ανθρώπινων νόμων, την υποκρισία της Εκκλησίας. Ταυτόχρονα φανερώνει όλη του τη συμπάθεια προς τον φτωχό λαό και τους αγωνιστές που παλεύουν να απελευθερωθούν από την εκμετάλλευση και το σκοτάδι της αμάθειας.
Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι προσβλητική, αντιλυρική, προκλητική. Κατάλληλη, οπωσδήποτε, για να περιγράψει την υποβάθμιση, τη φτώχεια, την αδικία, όλο το φρικιαστικό σκηνικό που λίγα χρόνια αργότερα θα οδηγούσε στην αλλαγή του κοινωνικοπολιτικού σκηνικού, για να δώσει την απελπιστική εικόνα μιας ασιατικού τύπου Ρωσίας όπου κυβερνήτες, επιθεωρητές, αστυνομικοί διευθυντές, με την σύμπνοια της επίσημης Εκκλησίας, δυσχεραίνουν τις ανθρώπινες σχέσεις και πλήττουν τη χριστιανική σύλληψη της αλληλεγγύης προς τον συνάνθρωπο, σοκάροντας μ’ αυτόν τον τρόπο τον ορθόδοξο κλήρο. Σαν ένας ιδιότυπος προφήτης της προεπαναστατικής Ρωσίας προαναγγέλλει τον Σοσιαλισμό και την πρώτη Επανάσταση του 1905, καθώς έχει ενστερνισθεί, και μάλιστα συνειδητά, τις νέες θεωρίες.
Η πολεμική του Τολστόι, όπως ξεδιπλώνεται μέσα από την εξιστόρηση της σχέσης της πόρνης Μάσλοβα και του πρίγκιπα Νεχλιούντωφ δεν αφήνει παράμετρο της κοινωνικής και διοικητικής διάθρωσης ασχολίαστη. Από τη μια πλευρά, η φτώχεια και οι συνισταμένες της. Ένδεια, εξανδραποδισμός, δικαστική αίθουσα, κελί. «Όχι μόνο δεν κάνουμε τίποτα για να εξαλείψουμε τις συνθήκες στις οποίες γεννιούνται τέτοιοι άνθρωποι, αλλά επιπλέον ευνοούμε τα ιδρύματα που τους παράγουν. Φάμπρικες, εργοστάσια, καπηλειά, οίκους ανοχής, φυλακές», «Η μόνιμη αντιδικία σχετικά με το τι πρέπει να γίνει με τους κακοποιούς τώρα πια δεν απασχολούσε τον Νεχλιούντοφ. Η αντιδικία αυτή θα ήταν άνευ νοήματος αν είχε αποδειχθεί ότι η τιμωρία μειώνει το έγκλημα και διορθώνει τους εγκληματίες. Όταν όμως έχει αποδειχθεί το εντελώς αντίθετο, κι είναι ολοφάνερο ότι δεν είναι στο χέρι κάποιων ανθρώπων να αναμορφώσουν κάποιους άλλους, τότε το μόνο λογικό που μπορείτε να κάνετε είναι να πάψετε να πράττετε κάτι που είναι όχι μόνον ανώφελο, αλλά που είναι και επιβλαβές, κι επιπλέον, ανήθικο κι απάνθρωπο». Έχοντας στραφεί σε έναν ιδιότυπο χριστιανικό μυστικισμό, ο οποίος κατόρθωνε μέσα στην εκκεντρικότητά του να εμπεριέχει στοιχεία ακόμη και από τις θεωρίες του αναρχισμού, βρίσκει και πάλι μέσα στις αναγνώσεις του ευαγγελίου τις πρακτικά εφαρμόσιμες εντολές που θα θεμελίωναν μια εντελώς καινούργια δομή κοινωνίας. «Δεν υπάρχουν άνθρωποι που να μην είναι οι ίδιοι ένοχοι», προτείνει. «Και άρα δεν μπορούν να τιμωρήσουν ή να αναμορφώσουν».
Στην αντίπερα όχθη, οι ευνοημένοι ενός συστήματος φτιαγμένου να ανατροφοδοτεί τον εαυτό του. Κυβερνήτες, διευθυντές, γιατροί, αστυνόμοι, χωροφύλακες, όλοι τυπικά αμέτοχοι στα μικρά καθημερινά εγκλήματα σε βάρος των ανυπεράσπιστων μέσα από το πλέγμα αλληλοεπικαλύψεων που φροντίζει η υπακοή τους στις εντολές. Η γραφειοκρατία δεν είναι παρά το περιβάλλον στο οποίο με τόση φροντίδα απορρίπτονταν τα βάσανα που περνούν εκατομμύρια άνθρωποι για να εξασφαλίζονται οι ανέσεις και οι απολαύσεις ολίγων. Το δικαστήριο είναι το διοικητικό μέσον για τη διατήρηση της ισχύουσας τάξης πραγμάτων. Οι μορφωμένοι χρησιμοποιούν τις γνώσεις τους για να ισχυροποιήσουν την αμάθεια στους αμόρφωτους. Ο Τολστόι δε φοβάται να στηλιτεύσει και την υποκρισία της επίσημης Εκκλησίας.
«Η θρησκεία εμπορεύεται «ελέησον, ελέησον» με τον τρόπο που οι άνθρωποι διαλαλούν ξύλα, αλεύρι, πατάτες».
Η προοδευτική Ρωσία δέχτηκε την Ανάσταση με ενθουσιασμό, τονίζοντας ιδιαίτερα την τόλμη του μεγάλου συγγραφέα στο ξεσκέπασμα της κοινωνίας της εκμετάλλευσης από τη μια και στη σωστή περιγραφή της βασανισμένης ζωής του απλού λαού, από την άλλη. Χαρακτηριστικό είναι από την άποψη αυτή το γράμμα του γνωστού Ρώσου κριτικού τέχνης και κοινωνικού παράγοντα Στάσοβ, που έγραφε στον Τολστόι την 1η του Γενάρη του 1900 «Ζωγραφίσατε με ένα πελώριο πινέλο όλη τη νέα μας ανθρώπινη γενιά, που προχωρεί προς μια νέα ζωή και μπαίνει σε νέους δρόμους, και πώς τη ζωγραφίσατε!… Να πώς αρχίζει, λοιπόν, ο καινούριος αιώνας».
Πράγματι, ο Τολστόι και στη Ανάσταση, όπως και σε όλα τα έργα της ωριμότητάς του, στρέφει την προσοχή του σε μια θεμελιακή κοινωνική κατάσταση, από όπου προβάλλουν τα πιο καυτά προβλήματα της εποχής και όλη η σύγχρονη κρίση του πολιτισμού. Τα προβλήματα αυτά αφορούν τις σχέσεις των ανθρώπων, που διακρίνονται σε αδικητές και αδικούμενους, σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευομένους, σε κυρίους και υποταχτικούς. Περιγράφει τα ήθη και τα έθιμα της ανώτερης ρωσικής τάξης της Πετρούπολης, συγχρόνως, όμως, προβάλλει και τις παρασιτικές τάξεις που ζουν από τους κόπους του λαού καθώς και την άθλια τύχη της αγροτιάς, αλλά και την μοιρολατρική πεποίθηση των φτωχών και αδύναμων περί ανυπαρξίας στον κόσμο ανθρώπινης δικαιοσύνης.
Το τέλος του μυθιστορήματος διαπνέεται από το πνεύμα του Ευαγγελίου. Ο Τολστόι δωρίζει την παρακαταθήκη του στις ερχόμενες γενιές θεωρώντας την Επί του Όρους Ομιλία ως τον άξονα επί του οποίου οφείλουν να προσδιορίζονται οι ανθρώπινες και οι κοινωνικές σχέσεις. Ο λόγος του Χριστού, για τον Τολστόι, είναι οξύς και κατηγορηματικός και συνιστά επαναστατική ομολογία αποτυχίας κάθε ανθρώπινης προσπάθειας που τελείται δίχως την παρουσία του θεϊκού πνεύματος «…διεφθαρμένοι άνθρωποι ήθελαν να διορθώσουν άλλους διεφθαρμένους…. και είναι φανερό πως δεν είναι στο χέρι ενός ανθρώπου να διορθώνει έναν άλλο άνθρωπο». Η Βασιλεία του Θεού επί της γης! Αυτό είναι το πνεύμα με το οποίο επιθυμεί να ερμηνεύσει τα λόγια του Χριστού ο Τολστόι. Να πράττουν όλοι οι άνθρωποι κατά τις ευαγγελικές διδαχές προκειμένου να έλθει η Βασιλεία του Θεού στον κόσμο. Το ζητούμενο ωστόσο είναι, και ο μέγας πειρασμός συνάμα, να μην επιθυμήσουμε την Βασιλεία του Θεού στη γη προτού διορθώσουμε τον εαυτό μας, διαφορετικά οδηγούμαστε στον «Μέγα Ιεροεξεταστή» του άλλου μεγάλου Ρώσου λογοτέχνη Ντοστογέφσκυ και εξομοιωνόμαστε με όσους διεφθαρμένους καταδικάζει ο Τολστόϊ, επικαλούμενος την βιβλική εντολή στο Ευαγγέλιο Κατά Λουκά 6:37-39 «μη κρίνετε ίνα μη κριθείτε».
Η επανάσταση είναι για τους πολλούς, η Ανάσταση είναι για τον έναν (Τολστόι) Είναι ένα σημείο μηδέν, όπου μπορεί να φτάσει κανείς μέσα από μια προσωπική εμπειρία, η οποία, στο συγκεκριμένο έργο, έχει ως αφετηρία της τον έρωτα, και ένα πρόσωπο που, εν αγνοία του, δείχνει τον δρόμο. Γιατί ο δρόμος προς την ανάσταση, κατά τον Τολστόι, ξεκινάει από την αγνότητα και επιστρέφει σ’ αυτήν, αφού περάσει μέσα από τη διαφθορά και την αλλοτρίωση. Είναι σαφέστατα θρησκευτικό το έργο του Τολστόι, όπως ήταν και η ζωή του ίδιου. Αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να διατυπώσει μια τελική άποψη, ακραία όσο και πολύ απλή «Ο πολλαπλασιασμός του ανθρώπινου γένους είναι μονάχα η κατώτερη λειτουργία του ανθρώπου. Η ανώτατη είναι η εξυπηρέτηση κάθε ζωντανού όντος...». Στην Ανάσταση αυτό που κρίνεται είναι το νόημα της ζωής και το υπαρξιακό της περιεχόμενο απέναντι στην κοινωνία με την οποία αναπόφευκτα θα συγκρουστεί όποιος θέλει να ζήσει «αληθινά».
Όλοι κρύβουμε μέσα μας έναν μικρό Νεχλιούντωφ και δεν το γνωρίζουμε. Η αυτογνωσία επομένως είναι το προϊόν μεγάλης πνευματικής προσπάθειας. Γιατί οι δυνάμεις του Κακού έχουν καθεστωτικό χαρακτήρα και δεν μπορούν να ηττηθούν χωρίς εσωτερικό αγώνα. Τίποτα δεν έχει αλλάξει από την εποχή του Τολστόι. Κάθε σελίδα της Ανάστασης διαλαλεί ότι ο κύκλος των ανθρώπων με στρεβλές αντιλήψεις για τη ζωή είναι αχανής και ανήκουμε και εμείς σε αυτόν. Η εισαγωγή δίνει τον τόνο με βιτριολικό σκέρτσο
«Ο ήλιος ζέσταινε… το χορτάρι αναγεννημένο… πουλιά ετοίμαζαν χαρούμενα τις ανοιξιάτικες φωλιές τους… εύθυμα ήταν και τα φυτά. Όμως οι άνθρωποι, οι ενήλικες άνθρωποι, δεν έπαυαν να εξαπατούν και να βασανίζουν εαυτούς και αλλήλους». Διαχρονικά νοήματα σε κλασικές σελίδες που απολαμβάνονται σε οποιαδήποτε περίσταση.
Η Παράσταση
Η θεατρική μεταφορά ακολουθεί την πλοκή των γεγονότων του μυθιστορήματος. Τις απόψεις, τους προβληματισμούς και τα «πιστεύω» του συγγραφέα, που καταλαμβάνουν διόλου ευκαταφρόνητο αριθμό σελίδων, με τον Τολστόι να τις εκφράζει σε τρίτο πρόσωπο, κρίνοντας και αποτιμώντας σκέψεις, πρακτικές και πράξεις όλων των εκφάνσεων της ζωής, προσπάθησε η γράφουσα να τις εντάξει, στο βαθμό που αυτό ήταν δυνατόν, στον Λόγο που εκφέρουν οι ηθοποιοί που ερμηνεύουν τους ήρωες της Ανάστασης. Κοστούμια, Σκηνικό και Μουσική δημιουργούν ατμόσφαιρα εποχής. Ένα θεατρικό ταξίδι στην Ρωσία που τότε περνούσε το κατώφλι του 20ου αιώνα. Ένα ραντεβού για μας και τους θεατές μας με τον αξεπέραστο Τολστόι και την κοινωνία του «τότε», που δυστυχώς, αν εξαιρέσουμε την ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, σε τίποτε σχεδόν δεν βελτιώθηκε από την κοινωνία του «σήμερα», αφού οι άνθρωποι και κατά συνέπεια οι κοινωνίες τους παραμένουν πεισματικά δεμένες στο άρμα της κυρίαρχης ιδεολογίας
«Ο θάνατός σου η ζωή μου».
Για την ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΘΕΑΤΡΟΥ
Μαρία Μπαλτατζή
Ερμηνεύουν (με αλφαβητική σειρά)
Γιώτα Γαλαζούλα –Φεντόσια
Γιώργος Μακρής-Ντμίτρι Ιβάνοβιτς Νεχλιούντωφ
Μαρία Μπαλτατζή-Κατιούσα
Δημήτρης Παπαδόπουλος-Δικαστής
Μαρία Τοπάλη-Αγράφεβνα
Διάρκεια: 90΄
Τιμή Εισιτηρίου: 10€ (με ποτό) Φοιτητικό/Ανέργων: 7€
ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΗ ΚΡΑΤΗΣΗ
Προσέλευση: 8.30-8.55
Ολύμπου 88-Θεσσαλονίκη
2310285452-2310272909-6974195079
www.politeiatheatrou.blogspot.com
politeiatheatrou@gmail.com
Facebook-You Tube:ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΘΕΑΤΡΟΥ